ανασκάβομαι

ανασκάβομαι
ανασκάβομαι, ανασκάφτηκα, ανασκαμμένος βλ. πίν. 8 και πρβλ. ανασκάπτομαι

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ανασκάπτομαι — ανασκάπτομαι, ανασκάφ(τ)ηκα, ανασκαμμένος βλ. πίν. 90 και πρβλ. ανασκάβομαι …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”